ΔΙΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ
Ομιλία του Μεγάλου Διδασκάλου Νικολάου Βουργίδη στον εορτασμό των διακοσίων ετών της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος
Tεκτονισμός και Ανθρωπος – Τεκτονική Εκδοχή
Ηταν νύχτα και «Πνεύμα Θεού εφέρετο επί των υδάτων». Κάποτε, ένα κάποτε που δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «τότε», αφού χρόνος δεν υπήρχε, ο Θεός, ως Αρχιτέκτων Κόσμου εβουλήθη Κόσμον και ως Τέκτων έχτισε Κόσμον. Εκτοτε, κύλησαν χιλιετιρίδες. Η εμπράγματη περιοχή δεξιώθηκε τα έμβια όντα. Η εξέλιξή τους, θεία χάριτι έτεκε όν, που αργότερα αυτοαπεκλήθη ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ο Λόγος, απέκτησε ακροατή και ο Κόσμος θαυμαστή, που μετά την κατανίκηση του φόβου, κατελήφθη από το θαυμάζειν. Το ανθρώπινον όν, «γλύστρησε» μέσα στον χρόνο κυριολεκτικά, χωρίς να«σκαλώσει» πουθενά και να εξαφανισθεί ως είδος. Εχτισε πολιτείες και συγκρότησε κοινωνίες. «Πολιτικόν γαρ ο άνθρωπος και συζείν πεφυκός» δηλαδή «ο άνθρωπος, λέει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια, είναι πολιτικό όν και είναι προορισμένο να ζει μαζί, με άλλους ανθρώπους». Ο κοινωνικός κόσμος του παρελθόντος, ήταν σκοτεινός και υπερσημαίνων (πολυσήμαντος). Η ιστορία κατέγραφε επί αιώνες τα ανθρώπινα βήματα. Τις ανυψώσεις του τις πνευματικές και τις βαραθρώσεις του. «Η Ιστορία είναι ο φυσικός χώρος της βίας» έλεγε ο Μαξ Βέμπερ. Φιλοσοφία, τέχνες, επιστήμες από τη μία πλευρά και από την άλλη, φρικώδη εγκλήματα, πόλεμοι, καταστροφές και ανισότητες πάσης φύσης. Και πάντα μέσα στο είναι των ανθρώπων, η εγγενής τάση, «οι κατώτεροι να γίνουν ίσοι και οι ίσοι ανώτεροι» κατά τον Αριστοτέλη. Ετσι, πάντα στο προσκήνιο βρισκόταν το ζήτημα της κυριαρχίας, της εξουσίας, αλλά και το ζήτημα των κοινωνικο-πολιτικών θεσμών. Σκοτεινές φυσιογνωμίες και σκοτεινά καθεστώτα, στου κόσμου τις γειτονιές. Πλάνες και παραπλανήσεις και θρησκευτικές φετιχιστικές εκδοχές πλάνης, ετοιμοπαράδοτες στους εν δυνάμει πεπλανημένους. Συστήματα πεποιθήσεων σαθρά και συλλογικές βεβαιότητες, που σπάζοντας το μυθολογικό κέλυφός τους, μέσα τους ήταν κενές. Και οι αιώνες προχωρούσαν. Αρχαίος κόσμος, Μεσαίωνας, Νεώτεροι χρόνοι. Εχει αποδειχθεί, ότι στις ιστορικές διαδρομές των λαών τα στοιχεία που τις συγκροτούν, χαρακτηρίζονται από μία πολυφασματική ετερότητα και όχι απο μία μονολιθικότητα. Ηδη, από τις προ-πολιτικές κοινωνίες έως και τη σημερινή μετα-ιδεολογική εποχή, η διαφοροποίηση αντιλήψεων, κινεί την ιστορία.
Πάντα, οι ιστορικοί λογαριασμοί, κρατούν μαγιά, για να ζυμωθεί, μέσα στον ιστορικό χρόνο, το νέο εφτάζυμο ψωμί. Το ψωμί των πεινώντων της γης, που αναμένει, μαζί με το νερό των διψώντων την Δικαιοσύνη.
«Εν δε δικαιοσύνη συλλήβδην, πάσ’ αρετή εστίν, πας δε τ’ ανήρ αγαθός Κύρνε, δίκαιος εών» λέει ο Θέογνις.
Στις απαρχές των νεώτερων χρόνων, υπάρχει και το «σκότος» των προαναφερομένων κακοτήτων και ανεπαρκειών, αλλά και ρήγματα φωτός. Ο κοινωνικοπολιτικός κόσμος, μοιάζει με το ασπρόμαυρο δάπεδο των Στοών μας.
Είναι προδιαγεγραμμένη ίσως, η συνύπαρξη του Αγαθού με το Κακόν, για να λειτουργεί το προνόμιον της ελεύθερης επιλογής.
Στις αρχές λοιπόν του 17ο αιώνα, κυοφορούνται φωτεινές ιδέες, κεριά μέσα στο σκοτάδι της ηθικής και διανοητικής νύχτας.
Ανδρες χρηστοήθεις και γνωστικά επαρκείς, διασκεπτόμενοι ατομικώς και συσκεπτόμενοι συλλογικώς, αποφασίζουν την δημιουργία «συνομαδώσεων φωτός».
Το μαργαριτάρι, πρέπει να φυλαχθεί, μέσα σε κοχύλι. Ο μεγάλος συγγραφέας Ρόμπερτ Μούζιλ στο περίφημο μυθιστόρημά του «Ο Ανθρωπος χωρίς ιδιότητες» λέει : « Η βαθύτερη απόλαυση του γνώστη, είναι η αποσιώπηση». Οι πρώτοι τέκτονες όμως, δεν ανεζήτησαν το «εν κρυπτώ και παραβύστω» για απόλαυση. Θα ήταν τουλάχιστον εγωϊστικό. Κατέφυγαν στη λύση της απόκρυψης λόγω μεγίστης ανάγκης. Και η ανάγκη αυτή, προερχόταν από την πολιτική βούληση της τότε εξουσίας, να καθηλώσει τις λαϊκές μάζες στην αμάθεια και την ανέχεια, αποτρέποντας κάθε χειραφετητική γνώση και πράξη αυτών των μαζών. Αλλά και η τότε θρησκευτική εξουσία αντιδρούσε, σε κάθε χειραφετητική ενέργεια των μαζών. Αναγκαίος λοιπόν μυστικός χώρος έπρεπε να βρεθεί, για να κρύψει τους αδ:. Τέκτονες και τα διανοητικά και ηθικά τους Τεχνουργήματα. Και βρέθηκε. Οι χώροι των συντεχνιών των λιθοξόων της εποχής, μετατράπηκαν σε χώρους τεκτονικού φωτός. Τα πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και θρησκευτικά συμφέροντα των καιρών εκείνων ήταν, το σκοτάδι που ζητούσε να καταπιεί, κάθε αχτίδα φωτός.
Ο φασισμός, είναι μία νέα λέξη, για μια πολύ παλιά κοινωνικοπολιτική και οικονομική κατάσταση. Η μάχη κατά του «φωτός», τόσο παλιά, όσο και το φως. «Και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως• ήν γαρ πονηρά αυτών τα έργα» (κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο). Το Ιάνειο πρόσωπο, (δηλαδή διπρόσωπο) της ανθρώπινης «καλόκακης» φύσης, μένει το ίδιο ανά τους αιώνας. Η γέφυρα προς το αγαθόν, είναι η αρετή. Χωρίς αυτή, ο άνθρωπος είναι «ανοσιώτατον και αγριότατον όν και προς αφροδίσια και εδωδήν, χείριστον», όπως λέει ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά».
Κάτω από τις ανάγκες αιώνων, τις προκαταλήψεις και τις γνωστικές ανεπάρκειες, συγκροτήθηκε τότε, από άνδρες γεναιόφρονες και χρηστών ηθών, το Σύστημά μας. Κίνητρό τους, η αγάπη για τον Ανθρωπο και την Κοινωνία. Δεν μπορώ να πω, τι από τα δύο υπερίσχυε σε αυτούς: H γνωστική τους επάρκεια ή η φωτεινότητα της ψυχής τους; ή μήπως και τα δύο ;
Ο Ελευθεροτεκτονισμός συγκροτήθηκε σε «σκοτεινούς» καιρούς και μετά από τριακόσια χρόνια ζει, ενώ άλλοι θεσμοί, εξέλιπαν. Τις πρώτες μυστικές συναντήσεις των αδελφών μας, ακολούθησε η σύνταξη των Ιδρυτικών κειμένων του Συστήματός μας. Ο Τεκτονικός Νόμος, ως γενικό πλαίσιο, προχώρησε στην «άρση των ορίων». Κατ’ αρχήν, αίρεται ο γνωσιοθεωρητικός διαχωρισμός, μεταξύ νοησιαρχίας και εμπειρισμού. Ετσι, ως πηγή γνώσης μπορεί να τεθεί τόσον ο Λόγος, όσον και η Εμπειρία. Με τον τρόπο αυτό, η τεκτονική εκδοχή διέφυγε για πάντα από τον δογματισμό και τον γνωσιοθεωρητικό μονισμό. Ταυτόχρονα ετέθη με μία πυρηνική ρήτρα, πρωτόγνωρη στην ιστορία της γνωστικής διαδικασίας, η άνευ ορίων έρευνα: «… ουδέν τίθεται όριον, εν τη αναζητήσει της αληθείας». Ετέθη έτσι η «ανοιχτότητα» της σκέψης, ως μέθοδος. Μία ανοιχτή διαλεκτική, η οποία έκτοτε χαρακτήρισε την τεκτονική σκέψη ως «Ανοιχτή Συστηματική» και όχι ως κλειστό δογματικό σύστημα. Η σκέψη αυτή χαρακτηρίζεται ως «ανοιχτή» , περιπλανόμενη, πολυδιάστατη, αινιγματική, αποσπασματική και ποιητική, όπως στις ημέρες μας έλεγε, και ο Κώστας Αξελός, μιλώντας για την ανάγκη μιας νέας σκέψης. Ο Τεκτονισμός άνοιξε τον δρόμο, πριν εκατοντάδες χρόνια, επί του προκειμένου. Εκτοτε, το γνωστικό ταξίδι ξεκίνησε. Τα νερά του ποταμού άρχισαν να ρέουν. Ο ποταμός δεν γυρίζει ποτέ πίσω … Οι Ελευθεροτέκτονες, διψούσαν να πιουν το νερό της γνώσης. Το νερό του ποταμού. «Το νερό από τη δίψα το μαθαίνεις. Τη Γη, απ’ τα πελάγη που περνάς», λέει η μεγάλη ποιήτρια Εμιλυ Ντίκινσον (ποίημα υπ’ αριθμόν 93).
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, είναι μία απάντηση στην κραυγή του Ρεμπώ ότι : «Ο Ανθρωπος ξόφλησε! Ο Ανθρωπος έπαιξε όλους τους ρόλους».
Οχι! Ο Ανθρωπος δεν ξόφλησε. Οσο υπάρχουν άνθρωποι θα υπάρχουν και ελπίδες. «Το τελευταίο ρόδο, μόνο του ανθεί», έλεγε ο Τόμας Μορ (έργο«Ουτοπία», 1478 – 1535). Ο Ελευθεροτεκτονισμός, είναι ίσως, το τελευταίο ρόδο, στο σημερινό χαώδη κόσμο. Κι αν ο κόσμος γκρεμιστεί, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι χτίστες, να τον ξαναστήσουν. «Η χώρα αυτή ριμάχτηκε και κάλεσαν τους χτίστες για να ξαναχτιστεί» λέει ο Γιώργος Χειμωνάς (έργο «Οι Χτίστες»). Και οι χτίστες, οι Τέκτονες είμαστε εμείς!
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, εισήγαγε στη σκέψη, ένα ιστορικό novum (νεωτερισμό), δηλαδή μία νέα πραγματικότητα. Ηδη, από τις απαρχές του, διεκήρυξε αρχές αδιανόητες για τους τότε «σκοτεινούς» χρόνους. Ακολούθησε μεταξύ άλλων την πολιτική και φιλοσοφική σκέψη της Κυνικής Σχολής των Στωϊκών, του Αντιφώντα, του Ιππία και του Ζήνωνα του Κιτιέα, οι οποίοι, διεκήρυσαν σε χρόνους μακρινούς, ότι ολόκληρη η γη είναι μία κοινότητα, εισάγοντες τη θεωρία του κοσμοπολιτισμού. Ο Ζήνων έλεγε: «Το σύνολον των λαών, ως μια πόλις. Οι άνθρωποι, δεν πρέπει να χωρίζονται σε πολιτείες και λαούς με χωριστούς νόμους, διότι οι άνθρωποι, είναι όλοι συμπολίτες». Και εμείς οι Ελευθεροτέκτονες, τα ίδια με επίγνωση και θέρμη, διακηρύσσουμε.
Ελευθεροτεκτονισμός λοιπόν σημαίνει βασικά, «ανοιχτότητα» σκέψης και παγκόσμια αδελφότητα των λαών. Στα δύο αυτά θεμελιώδη αιτήματα, πρέπει να προστεθεί και η αμεσότητα της ηθικής πράξης , στην οποία προτρέπονται συνεχώς οι Τέκτονες. Ο Ελευθεροτεκτονισμός, είναι κατ’ αρχήν ένα πρακτικό – ηθικό σύστημα, αγάπης, συντροφικότητας και αλληλεγγύης. Κινείται συνέχεια πάνω στην πράξη και τη χειροπιαστή προσωπική και κοινωνική της αλήθεια, και στη δράση και επικοινωνία ατόμων, στο πλαίσιο της καθημερινής ύπαρξης. Η τεκτονική πράξη, επικεντρώνεται στο μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο της καθημερινής επικοινωνίας. Στα παίγνια της καθημερινής ζωής. Πασχίζει μέσα στις κοινωνικές ολότητες, στο φως της ημέρας, αρνούμενος τα αδιαφανή σύμπλοκα των σκοτεινών συμφερόντων. Αγαπά τους ανθρώπους και αντιδρά στην αποδιοπόμπευση των άλλων. Συντάσσεται με την Οργουελική Ιδέα, μιας αξιοπρεπούς κοινωνίας, ελευθερίας, ισότητας και αδελφότητας. Την αδελφότητα των ανθρώπων, την επιδιώκει στην παρούσα ζωή, όχι όπως ο Σίλερ, ο οποίος στο έργο του «Ωδή στη Χαρά» λέει: «Επάνω από τα άστρα, όπου κατοικεί ο Θεός όλοι οι άνθρωποι γίνονται αδέλφια». Ο Ελευθεροτεκτονισμός, είναι ατομοκεντρικός και εντόνως κοινωνιοκεντρικός. Δεν λανθάνει, όπως άλλα συστήματα που απασχολούνται με την κοινωνία μόνο, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το άτομο. Τα άτομα συγκροτούν τις κοινωνίες, οι οποίες είναι τρόπον τινα τα αθροίσματα. Το λάθος όμως που καταλήγει στο άθροισμα έχει ήδη ξεκινήσει από τον υπολογισμό, κατά τη διάρκεια της πορείας των αθροιζομένων αριθμών, προς το αποτέλεσμα.
Η προσφορά λοιπόν του Ελευθεροτεκτονισμού προς το άτομο και την κοινωνία, ήταν και είναι πάρα πολύ μεγάλη. Πολύ μεγαλύτερη όμως από την προσφορά του, υπήρξε η ανάγκη που τον εγέννησε. Και η ανάγκη αυτή είναι η δημιουργία ενός νέου τύπου ανθρώπου και κοινωνίας. Επιχειρείται δηλαδή, ένα μεγάλο ρήγμα στο ανθρώπινο αλλά και στο κοινωνικό πεδίο. Και μόνο η αντίληψη, της ανάγκης δημιουργίας νέου ανθρώπου και νέας κοινωνίας, πράγματι αποτελεί μεγίστη προσφορά του Ελευθεροτεκτονισμού προς το άτομο, αλλά και προς τον κοινωνικό κόσμο.
Το ζητούμενο λοιπόν ήταν και είναι, ο αυτόνομος άνθρωπος και η νέα πλανητική τάξη, ως τάξη των αδελφωμένων λαών της γης.
Στο αίτημα της χειραφέτησης του ατόμου, από τον χώρο της ανάγκης και της ανεπάρκειας, ο Ελευθεροτεκτονισμός απάντησε με σωρεία προσφορών – ρυθμίσεων, με προτάσεις και πράξεις. Μας δίδαξε ότι όλα τα όρια είναι κατασκευασμένα. Είναι τεθειμένα σύνορα που εμποδίζουν την προσέγγισή μας, προς την αλήθεια. Ο άνθρωπος μπορεί και πρέπει να υπερβεί κατ’ αρχήν τα σύνορα της πνευματικής και ηθικής πτωχείας. Ο αδελφός Καζαντζάκης λέει :«Δεν δέχομαι τα σύνορα, δεν με χωρούν τα φαινόμενα, πνίγομαι».
Η αποκάλυψη των οφθαλμών κατά τη μύηση και η ενατένιση του φωτός της Στοάς, αυτό ακριβώς συμβολίζει. Ναι! Ο άνθρωπος μπορεί να υπερβεί το όριον μεταξύ πνευματικής κακουχίας και νοητικού – γνωστικού φωτός. Ναι ! ο άνθρωπος μπορεί να χειραφετηθεί, να ζητήσει και να επιτύχει την αυτονομία του, έναντι του εαυτού του, δηλαδή του ασυνειδήτου του, έναντι της πάσης εξουσίας, έναντι παντός κοινωνικού καταναγκασμού. Ναι! ο άνθρωπος , έχει την δυνατότητα να γίνει ευδαίμων, να επιτύχει ψυχική πληρότητα. «Εστιν άρα ευδαιμονία, ψυχής αγαθής ενέργεια» λέει ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Ευδήμεια» (Α’ Βιβλίο) . Είναι μεγάλη η προσφορά του Συστήματός μας προς το άτομο, αφού το τρέπει από το χαώδες, στο δύνασθαι. Από την«τοπικότητα» ενός κακοπαθούντος είναι, στην προοπτικότητα ενός ελπιδοφόρου γίγνεσθαι. Ελευθεροτεκτονισμός σημαίνει αυθυπέρβαση, δηλαδή«λαξεύειν τον λίθον». Εχει ήδη επιλέξει, μεταξύ αυτής της υπέρβασης και της «αυτο-εκδήλωσης» αποδεχόμενος την πρώτη. Το ανθρώπινο όν, δεν είναι εγγενώς καλόν, για να αυτο-εκδιπλωθεί απλώς. Η ηθικοποίηση αυτού του όντος, είναι «κατασκευάσιμη». Αν τα πράγματα είχαν αλλιώς , τότε στις κοινωνίες, θα υπήρχαν μόνο καλοί και χρηστοήθεις άνθρωποι. Ομως κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Οπως έλεγε και ο Μοντεσκιέ, «Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν τη ψυχή στο πρόσωπο και άλλοι πίσω από το κεφάλι».
Ο άνθρωπος, μας διδάσκει ο Τεκτονικός Ορθολογισμός, πρέπει, πριν καν αρχίσει την διασκεπτική του πορεία προς τον νέο εαυτό του, να απαλλαχθεί από τις προκαταλήψεις και τις πλάνες του. Πρέπει δηλαδή να «ξεμπλοκάρει» από το “idola tribus” , δηλαδή από τις προκαταλήψεις του ανθρώπινου γένους, και από το “idola specus”, δηλαδή τις προσωπικές προκαταλήψεις και πλάνες, όπως θα έλεγε και ο σερ Φράνσις Μπέικον.
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, προτρέπει το άτομο, στο «να πράττει το καλόν απολύτως». Τον προτρέπει δηλαδή, στην υπερτάτη ενέργεια της ανθρώπινης ψυχής, ακολουθώντας τον θεϊκό Πλάτωνα που στη «Πολιτεία» λέει: «η του Αγαθού Ιδέα, μέγιστον μάθημα». Τέτοια μαθήματα δίνει το Σύστημά μας. Και το μάθημα αυτό, έρχεται ο Τεκτονικός λόγος να το συμπληρώσει, με το γενικό ηθικό άγγελμα, «πράττε εις τους άλλους, παν ό,τι καλόν επιθυμείς και αυτοί να πράττουν εις εσένα».
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, μετά τα δύο ύπερθεν εκτιθέμενα βασικά διδάγματά του, δηλαδή την άρση των ορίων και την ιδέα του αγαθού, συμπληρώνει τις γενικές διδασκαλίες του προς το άτομο, με την περί θεότητος φιλοσοφική άποψή του.
Εν προκειμένω δεν απέχει, από την διδασκαλία του Καντ, την αναπτυσσομένη στο έργο του, «η θρησκεία, εντός των ορίων του Λόγου, και μόνον». Κατά τον φιλόσοφο, ο Θεός προσεγγίζεται φιλοσοφικά, εννοιολογικά μόνον. Καθ’ ημάς όμως προσεγγίζεται πρωτίστως με την πίστη. Μπορούμε να «… ίδωμεν τας ακτίνας αυτού…» , όχι το ίδιο το φως. Ο Βιτγκενστάϊν έλεγε, «Για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς, γι’ αυτά πρέπει να σωπαίνει». Πάνω λοιπόν σ’ αυτές τις τρεις αρχές, πρέπει να γαλουχηθεί ο άνθρωπος – Τέκτονας. Και να πράξει. Κυρίως να πράξει άμεσα, εντατικά και καθημερινά. Η πράξη, η ηθική πράξη, είναι η πεμπτουσία του Ελευθεροτεκτονισμού. Να ακούσουμε τον Ηράκλειτο: «εδιζησάμην εμεωυτόν» δηλαδή «διερεύνησα τον εαυτό μου». Να πράξουμε κυρίως, αλλά και να σκεφτούμε βαθειά, για να φθάσουμε έως το βάθος της αβυσαλέας ανθρώπινης υπόστασης, δηλαδή να φθάσει όλη η επιχείρησή μας, έως «τη ανθρωπεία φύσει», όπως έλεγε, ο μέγας πραγματιστής Θουκυδίδης («Απαντα», Α’ Βιβλίο).
Ως προς την παγκόσμια κοινωνία, ήδη έχω αναφερθεί στον κοσμοπολιτισμό των Αρχαίων Ελλήνων και στην πλήρη αποδοχή των θέσεών τους από το Σύστημά μας.
Δεν θα αναφερθώ στην υλική προσφορά του Συστήματός μας, προς μεμονωμένα άτομα και κοινωνικές ομάδες. Αυτό θα ήταν αντιτεκτονικό. Θα επιμείνω όμως στην αντίληψη και τις πράξεις του Συστήματός μας για την αδελφοποίηση των λαών. Οι μάχιμες δυνάμεις του κακού διαρκώς προσπαθούν να εκμηδενίσουν τον άνθρωπο, και σήμερα ακόμα, σε ημέρες χρηματοοικονομικής και εμπορικής παγκοσμιοποίησης. Ο Πρίμο Λέβι, στο περίφημο μυθιστόρημά του («Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος») , το οποίο περιγράφει ένα μέρος της Ναζιστικής θηριωδίας, λέει: «Να εκμηδενίσεις τον άνθρωπο είναι δύσκολο, όσο και να τον δημιουργήσεις».
Ο Ελευθεροτεκτονισμός, πέραν από τις πράξεις του, με τις οποίες προσπαθεί την παγκόσμια αδελφοποίηση, κυρίως προσφέρει και μάχεται για τις σχετικές ιδέες του, ακριβώς γι’ αυτή την αληθή παγκοσμιοποίηση. Ο Νίτσε έλεγε :«Τον κόσμο τον κυβερνούν οι ιδέες, που έρχονται πατώντας επάνω στη γη, σαν περιστέρια».
Σήμερα, στον κόσμο, «το χυδαίο γίνεται όλο και πιο δημοφιλές», λέει ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Και ο Κώστας Αξελός συμπληρώνει : «Η κοινοτοπία, η μετριότητα, η ευτέλεια, η προστυχιά και η ασημαντότητα, είναι ένα βάραθρο χωρίς πυθμένα».
Ο Ελευθεροτεκτονισμός είναι, μεταξύ άλλων, και μία παγκόσμια εφεδρεία ηθικής και ανθρωπιάς. Οποτε το κρίνει αναγκαίον, διεξάγει ένα “bellum Justum”, δηλαδή «δίκαιο πόλεμο» κατά του ερεβώδους. Οπλα του Συστήματός μας, είναι οι Ηθικές και Γνωστικές μας δυνάμεις και οι αρχαιοελληνικές ηθικές και πνευματικές καταβολές μας. Η μεγάλη φιλόσοφος Ζακλίν Ντε Ρομιγύ λέει : «Ζούμε σε μία ταραγμένη εποχή μαρτυρική, οικονομικής κρίσης και κατά συνέπεια ηθικής κρίσης. Μου φαίνεται, ότι καμια εποχή δεν είχε περισσότερο ανάγκη, από την αρχαία ελληνική γραμματεια».
Αδελφοί μου,
Για τους Ελευθεροτέκτονες, δεν θα έρθει ποτέ, «πλήρες μεσονύκτιον» . Ετσι μόνο, παντού και πάντα, θα παραμένουν ευχαριστημένοι και ικανοποιημένοι και επί των επάλξεων του δικαίου, όρθιοι και μάχιμοι.
Και θα τελειώσω με την τελευταία παράγραφο του πρυτανικού λόγου του Καθηγητού της Γενικής Βιολογίας εις το Πανεπιστήμιο Αθηνών – τέως Μεγάλου Διδασκάλου, αειμνήστου φιλτάτου αδελφού, Θρασύβουλου Βλησίδου «Ημείς ετάχθημεν πάντοτε εις την πνευματοκρατικήν κατεύθυνσιν αναγνωρίσαντες ανέκαθεν την δύναμιν και την σημασίαν της ανθρωπίνης νοήσεως εν τη προσπαθεία της προς κατάληψιν της αληθείας. Διαβλέποντες την αρμονίαν τόσον του σύμπαντος, όσον και των οργανισμών, ως και την αρμονίαν των ψυχικών ιδιοτήτων του Ανθρώπου, ησθάνθημεν το πνεύμα της δημιουργίας και την επιθυμίαν, όπως η αρμονία αύτη επικρατήση και εις την ανθρωπίνην Κοινωνίαν μεταξύ των ατόμων και των Λαών διά στροφής όλων προς τον Θεόν και την διδασκαλίαν της αγάπης του Θεανθρώπου Χριστού και καταστή ούτως η ανθρωπότης μία Ποίμνη και εις Ποιμήν. Τότε ο άνθρωπος ως άτομον και η Κοινωνία ως σύνολον ανθρώπων θα δύναται να καυχηθεί ότι είναι αξία του ονόματος ΑΝΘΡΩΠΟΣ».
ΕΙΠΟΝ